ΔΠρΠειρ ΑΔ18/2023: άρθρο 41, ν.4251/2014 «Παραμονή σπουδαστών με σκοπό την αναζήτηση εργασίας ή την επιχειρηματικότητα - Δικαιώματα και υποχρεώσεις σπουδαστών και εθελοντών»

Μη νόμιμη η απόφαση της Διοίκησης, βάσει της οποίας απορρίπτεται σχετικό αίτημα ανανέωσης της άδειας διαμονής για «παραμονή σπουδαστών με σκοπό την αναζήτηση εργασίας ή την επιχειρηματικότητα», με την αιτιολογία ότι:

(α) το διάστημα του ενός (1) έτους, από την λήξη της άδειας διαμονής που χορηγήθηκε σύμφωνα με το άρθρο 33 του Ν. 4251/2014, προκειμένου να αναζητήσει εργασία ή να συστήσει επιχείρηση, έχει εν τοις πράγμασι παρέλθει με την παράταση αδειών λόγω πανδημίας covid χωρίς να καταφέρει σε αυτό το διάστημα να βρει εργασία, παρόλο που προσκομίζει αποδείξεις για δύο (2) συνεντεύξεις που πραγματοποίησε τον Νοέμβριο του 2021, χωρίς όμως αυτές να καταλήξουν σε πρόσληψη,

(β) δεν έχει προσκομίσει το πτυχίο τριτοβάθμιας εκπαίδευσης ακόμα και μετά την προθεσμία δύο (2) μηνών που προβλέπεται στο άρθρο 41 παρ. 6 του Ν. 4251/2014 και

(γ) προσκομίζει λογαριασμό ασφάλισης εργαζομένου με κωδ. 115 (βαρέα πρώην ΙΚΑ-ΕΤΑΜ), κωδικός που δεν αντιστοιχεί στην βαθμίδα σπουδών που έχει ολοκληρώσει η ενδιαφερόμενη.

 

Επί του πρώτου αιτιολογικού ερείσματος της προσβαλλόμενης απόφασης, το Δικαστήριο αποδέχθηκε τον ισχυρισμό της αιτούσης ότι οι αιτούντες άδεια διαμονής με σκοπό την αναζήτηση εργασίας οφείλουν να προσκομίσουν δικαιολογητικά, από τα οποία πρέπει να προκύπτει η πραγματική πιθανότητα της πρόσληψής τους σε θέση εργασίας όπου απαιτείται ως ελάχιστη προϋπόθεση η κατοχή πτυχίου τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, μετά από τουλάχιστον τρεις (3) μήνες μετά από την έκδοση της άδειας διαμονής και, σε κάθε περίπτωση, έως τη λήξη αυτής, και όχι κατά το χρόνο κατάθεσης της αίτησής τους για χορήγηση της επίμαχης άδειας διαμονής.

Ως προς το δεύτερο σκέλος της αιτιολογίας της προσβαλλόμενης, το Δικαστήριο, απεφάνθη ότι η μη προσκόμιση του πτυχίου τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, αλλά η αντ’ αυτού προσκόμιση βεβαίωσης αναλυτικής βαθμολογίας, από την οποία προέκυπτε η επιτυχής περάτωση των σπουδών, δεν οφειλόταν σε πλημμέλεια της αιτούσης, αλλά στο πασίδηλο γεγονός της αδυναμίας τέλεσης ορκωμοσίας, λόγω των επιπτώσεων και των μέτρων της πανδημίας του κορωνοϊού.

Ως προς το τρίτο σκέλος της αιτιολογίας, το Δικαστήριο, επανέλαβε ότι, κατά τα παραπάνω η πραγματική πιθανότητα της πρόσληψής τους σε θέση εργασίας όπου απαιτείται ως ελάχιστη προϋπόθεση η κατοχή πτυχίου τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, μετά από τουλάχιστον τρεις (3) μήνες μετά από την έκδοση της άδειας διαμονής, ενώ οι εν λόγω ημέρες ασφάλισης είχαν πραγματοποιηθεί υπό το καθεστώς  της προηγούμενης άδειας διαμονής της.

ΔΙΑ ΤΑΥΤΑ

Δέχεται την αίτηση.

Ακυρώνει την με αρ. πρωτ. […] απόφαση του Συντονιστή της Αποκεντρωμένης Διοίκησης Αττικής.

Αναπέμπει την υπόθεση στη Διοίκηση για νέα, νομίμως αιτιολογημένη κρίση, κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στο σκεπτικό της παρούσας απόφασης.

Διατάσσει την απόδοση του καταβληθέντος παραβόλου στην αιτούσα.

Καταδικάζει τον καθ’ ου στα δικαστικά έξοδα της αιτούσας, ποσού τριακοσίων είκοσι (320,00) ευρώ.

 

Παρατίθεται κατωτέρω απόσπασμα της απόφασης:

«5. Επειδή, από τις ως άνω διατάξεις και την αιτιολογική έκθεση του Ν.4666/2020 συνάγεται ότι, μετά την ολοκλήρωση των σπουδών τους, οι σπουδαστές, στους οποίους χορηγήθηκε η προβλεπόμενη στο άρθρο 33 του Ν.4251/2014 άδεια διαμονής, μπορούν να παραμείνουν στην Ελλάδα, με βάση την ειδική άδεια διαμονής που θεσμοθετείται στην παράγραφο 3 του άρθρου 41, για περίοδο ενός (1) έτους, προκειμένου να αναζητήσουν εργασία ή να συστήσουν επιχείρηση. Για την εφαρμογή της διάταξης, οι σπουδαστές θα πρέπει να υποβάλλουν την σχετική αίτηση μέσα σε χρονικό διάστημα τουλάχιστον τριάντα (30) ημερών πριν από τη λήξη της άδειας σπουδών και να είναι κάτοχοι πτυχίου τριτοβάθμιας εκπαίδευσης. Σε περίπτωση που πληρούνται όλες οι λοιπές προϋποθέσεις του νόμου, αλλά τα αποδεικτικά στοιχεία της απόκτησης του ως άνω πτυχίου δεν είναι διαθέσιμα πριν από τη λήξη της άδειας που έχει εκδοθεί σύμφωνα με το άρθρο 33, οι Ελληνικές Αρχές επιτρέπουν στον πολίτη τρίτης χώρας να παραμείνει στην Ελλάδα, υπό τον όρο ότι αυτά θα προσκομιστούν εντός δύο (2) μηνών, με την μη πλήρωση του όρου αυτού να συνεπάγεται την ανάκληση της χορηγούμενης άδειας παραμονής (πρβλ. ΣτΕ1235/2007, βλ. 3247/2005, 4992/1996, 3932/1988, 1592/1987). Σε περίπτωση μη προσκόμισης αυτών, η σχετική πράξη ανακαλείται. Επιπροσθέτως, οι αιτούντες άδεια διαμονής με σκοπό την αναζήτηση εργασίας οφείλουν να προσκομίσουν τα ενδεικτικώς απαριθμούμενα στην ως άνω Υπουργική Απόφαση δικαιολογητικά ή κάθε άλλο πρόσφορο στοιχείο, κατά την κρίση τους, από τα οποία πρέπει να προκύπτει η πραγματική πιθανότητα της πρόσληψής τους σε θέση εργασίας όπου απαιτείται ως ελάχιστη προϋπόθεση η κατοχή πτυχίου τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, μετά από τουλάχιστον τρεις (3) μήνες από την έκδοση της άδειας διαμονής και, σε κάθε περίπτωση, έως τη λήξη αυτής. Επομένως, κατά τη ρητή διατύπωση του νόμου, η έκδοση της εν λόγω άδειας δεν προϋποθέτει, πλην της υποβολής των αποδεικτικών στοιχείων απόκτησης του πτυχίου, με την επιφύλαξη ότι αυτά είναι διαθέσιμα αμέσως στον αιτούντα, ούτε την ταυτόχρονη με την αίτηση υποβολή των στοιχείων από τα οποία [πρέπει να] προκύπτει η πραγματική πιθανότητα της πρόσληψής του σε θέση εργασίας όπου απαιτείται ως ελάχιστη προϋπόθεση η κατοχή πτυχίου τριτοβάθμιας εκπαίδευσης ούτε, πολύ περισσότερο, την απόδειξη ότι ο αιτών προσελήφθη σε τέτοια θέση εργασίας. Αντιθέτως, εφόσον εξακολουθούν να πληρούνται για τον αιτούντα οι προϋποθέσεις που ορίζονται στις περιπτώσεις α, γ και ε της παραγράφου 2 του άρθρου 32 και στην περίπτωση β της παραγράφου 1 του άρθρου 33 και ο τελευταίος υποβάλει αίτηση για την επίμαχη άδεια διαμονής μέσα σε χρονικό διάστημα τουλάχιστον τριάντα (30) ημερών πριν από τη λήξη της άδειας που έχει εκδοθεί δυνάμει του άρθρου 33 και καταθέσει, συγχρόνως, ή εντός δύο (2) μηνών από την υποβολή της αίτησης, τα αποδεικτικά της απόκτησης του πτυχίου τριτοβάθμιας εκπαίδευσης στοιχεία, τότε, υπό την επιφύλαξη της παρ. 5 του άρθρου 41 του Ν.4251/2014, η έκδοση της άδειας διαμονής της παρ. 3 του ίδιου άρθρου και νόμου παρίσταται υποχρεωτική για τη Διοίκηση. Η ερμηνεία αυτή, άλλωστε, συνάδει και με τον σκοπό της επίμαχης άδειας, η οποία εντάσσεται στο πλαίσιο της προσπάθειας να εξασφαλιστεί ικανοποιητικά ειδικευμένο εργατικό δυναμικό για το μέλλον της Ένωσης, και ο οποίος (σκοπός) είναι να παράσχει στον κάτοχο της άδειας διαμονής ως σπουδαστή ένα εύλογο χρονικό περιθώριο για την αναζήτηση ευκαιριών απασχόλησης, ώστε, στη συνέχεια, να έχει τη δυνατότητα να υποβάλλει αίτηση για άδεια εργασίας προκειμένου να καταλάβει αντίστοιχη θέση, σύμφωνα με τις προϋποθέσεις που θεσπίζει η νομοθεσία του εκάστοτε κράτους μέλους (αιτιολογικές σκέψεις 3,4,7, και, ιδίως, 53 της Οδηγίας 2016/801 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου).

[…]

8. Επειδή, ήδη, με την κρινόμενη αίτηση ακύρωσης, η αιτούσα προβάλλει ότι η προσβαλλόμενη πράξη, αφενός, πάσχει ακυρότητας λόγω μη επαρκούς και εσφαλμένης αιτιολογίας, και, αφετέρου, ότι παραβιάζει κατ’ ουσίαν το άρθρο 41 του Ν.4251/2014. Ειδικότερα, η αιτούσα ισχυρίζεται ότι η τελευταία άδεια διαμονής για σπουδές που της χορηγήθηκε δυνάμει της με αρ.πρωτ. […] απόφασης του Συντονιστή της Αποκεντρωμένης Διοίκησης Μακεδονίας- Θράκης και της επιδόθηκε στις 29.10.2021, αν και έληγε στις 24.1.2021, παρατάθηκε αυτοδικαίως έως τις 30.6.2022, δυνάμει των ως άνω Υπουργικών αποφάσεων. Επιπροσθέτως, η αιτούσα ισχυρίζεται ότι, σύμφωνα με την εφαρμοσθείσα διάταξη, η απόδειξη της πραγματικής πιθανότητας πρόσληψης, η οποία αντιστοιχεί στη βαθμίδα σπουδών που ολοκληρώθηκε, είναι υποχρεωτική τουλάχιστον τρεις (3) μήνες μετά την έκδοση της κατ’ ανανέωση αιτούμενης άδειας και όχι κατά το στάδιο υποβολής της αίτησης. Επομένως, κατά τους ισχυρισμούς της, το πρώτο αιτιολογικό έρεισμα της προσβαλλόμενης είναι νόμω αβάσιμο, διότι, αφενός, η δυνατότητα πρόσληψης όφειλε να εξετασθεί τουλάχιστον μετά από τρεις (3) μήνες από την έκδοση της αιτούμενης άδειας, και αφετέρου, έπρεπε να εξετασθεί από τη Διοίκηση η πραγματική δυνατότητα πρόσληψης και όχι καθεαυτό το γεγονός της πρόσληψης. Επιπλέον, ως προς το δεύτερο αιτιολογικό έρεισμα της προσβαλλόμενης, η αιτούσα ισχυρίζεται ότι είναι ομοίως πλημμελές, διότι κατά την υποβολή της αίτησης, προσκόμισε το έγγραφο της αναλυτικής βαθμολογίας, από το οποίο προκύπτει η ουσιαστική επιτυχής περάτωση των σπουδών της και αναγράφεται ο βαθμός του πτυχίου της (8,14/10), χωρίς, ωστόσο, να έχει προγραμματιστεί ορκωμοσία λόγω της πανδημίας, η οποία πραγματοποιήθηκε μόλις στις 15.06.2022 (βλ. σχετικώς προσκομιζόμενο το από 15.6.2022 και με αρ. πιστ. […] αντίγραφο Διπλώματος Μεταπτυχιακών Σπουδών στη Διεθνή Δημόσια Διοίκηση της Σχολής Κοινωνικών, Ανθρωπιστικών Επιστημών και Τεχνών – Τμήματος Διεθνών και Ευρωπαϊκών Σπουδών του Πανεπιστημίου Μακεδονίας). Συναφώς δε, η αιτούσα ισχυρίζεται ότι, εν πάση περιπτώσει, έπρεπε να κληθεί από τη Διοίκηση να προσκομίσει το σχετικό αντίγραφο του διπλώματος εντός δύο (2) μηνών, του οποίου την έλλειψη ή καθυστέρηση θα μπορούσε να αιτιολογήσει. Εξάλλου, σε ό,τι αφορά το τρίτο αιτιολογικό έρεισμα της προσβαλλόμενης, η αιτούσα προβάλλει ότι πραγματοποίησε χρόνο ασφάλισης στον κλάδο των βαρέων Ι.Κ.Α.- Ε.Τ.Α.Μ. λόγω της άδειας διαμονής που κατείχε, η οποία της παρείχε δικαίωμα στην εργασία με μερική απασχόληση, ανεξαρτήτως αντικειμένου εργασίας. Αντιθέτως, δεν προσκόμισε το ως άνω έγγραφο ως απόδειξη της πραγματικής πιθανότητας πρόσληψης, κατά τα οριζόμενα στην εφαρμοσθείσα διάταξη, η οποία πρέπει να αποδειχθεί όχι νωρίτερα από τρεις (3) μήνες μετά την έκδοση της αιτούμενης άδειας. Τέλος, η αιτούσα προβάλλει ότι η προσβαλλόμενη απόφαση, αναφορικά με το σκέλος της περί επιστροφής, παρίσταται ακυρωτέα, ως αντικείμενη στην αρχή της αναλογικότητας, διότι της επιβάλλει το πλέον επαχθές μέτρο της αποχώρησης από τη Χώρα κατόπιν απόρριψης της αίτησής της για χορήγηση της συγκεκριμένης άδειας διαμονής, η οποία, όμως (απόρριψη) ερείδεται σε εσφαλμένη εφαρμογή του νόμου και σε καθυστερήσεις για τις οποίες δεν έφερε οποιαδήποτε υπαιτιότητα.

9. Επειδή, ο ως άνω λόγος ακύρωσης, περί μη νόμιμης αιτιολογίας, παρίσταται βάσιμος. Τούτο διότι, κατά πρώτον, σύμφωνα με την σαφή έννοια του άρθρου 41 του Ν.4251/2014, όπως αυτή παρατέθηκε στην 5η σκέψη της παρούσας, οι αιτούντες άδεια διαμονής με σκοπό την αναζήτηση εργασίας οφείλουν να προσκομίσουν δικαιολογητικά, από τα οποία πρέπει να προκύπτει η πραγματική πιθανότητα της πρόσληψής τους σε θέση εργασίας όπου απαιτείται ως ελάχιστη προϋπόθεση η κατοχή πτυχίου τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, μετά από τουλάχιστον τρεις (3) μήνες από την έκδοση της άδειας διαμονής και, σε κάθε περίπτωση, έως τη λήξη αυτής, και όχι κατά το χρόνο κατάθεσης της αίτησής τους για χορήγηση της επίμαχης άδειας διαμονής (πρβλ. ΣτΕ 1982 -1984/2005 Ολομ., 2893,2693,2244/2017, 1345/2015, 930/2014, 1559/2012, 4113/2009). Συνεπώς, η έκδοση της άδειας διαμονής που προβλέπεται από την παρ. 3 του ως άνω άρθρου συνιστά το γεγονός από το οποίο εκκινεί η προθεσμία για την προσκόμιση από την αιτούσα των αποδείξεων της πραγματικής πιθανότητας πρόσληψής της σε θέση εργασίας, όπου απαιτείται ως ελάχιστη προϋπόθεση η κατοχή πτυχίου τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, η οποία έχει ως ελάχιστο χρόνο τους τρεις (3) μήνες από την έκδοση αυτής και ως απώτατο χρόνο τη λήξη της, μετά την πάροδο του ενός (1) έτους (πρβλ. ΣτΕ 1509/2011,4198/1996, 712/1985, Ε.Α. 1103/2006). Τούτο συνεπάγεται ότι η ίδια η διάταξη αποκλείει την πλήρωση των όρων έκδοσης της εν λόγω άδειας διαμονής αναδρομικά, ήτοι από το χρόνο λήξης της προηγούμενης άδειας διαμονής, που, άλλωστε, ερειδόταν επί διαφορετικής νομικής και πραγματικής βάσης (σπουδές), ο οποίος, εν προκειμένω, έχει ήδη παρέλθει, καθώς κάτι τέτοιο θα καθιστούσε αδύνατη την εφαρμογή της. Πέραν τούτων, οι έκτακτες συνθήκες που δημιούργησε η πανδημία του κορωνοϊού SARS-CoV-2, στον οποίο οφείλεται η λοίμωξη covid-19, προκάλεσαν την έκδοση, μεταξύ άλλων, της προπαρατεθείσας, από 11.3.2020, Πράξης Νομοθετικού Περιεχομένου (Π.Ν.Π.), κατ’ εξουσιοδότηση της οποίας, αλλά και των προαναφερθεισών διατάξεων των Ν.4764/2020 και 4876/2021, εκδόθηκε πλήθος υπουργικών αποφάσεων, δυνάμει των οποίων επιβλήθηκαν περιορισμοί, μεταξύ άλλων, στη λειτουργία, τόσο των ιδιωτικών επιχειρήσεων, όσο και των δημοσίων υπηρεσιών, καθώς και στην ελεύθερη μετακίνηση των διαμενόντων στην ελληνική επικράτεια [βλ. ενδεικτικά άρθρο 3 της Δ1α/ΓΠ.οικ.1293/2021 (B΄ 30/08.01.2021), άρθρο 3 της Δ1α/ΓΠ.οικ.2/2.1.2021 (Β΄ 1/2.1.2021), άρθρο 3 της Δ1α/Γ.Π.οικ.9147/2021 (Β’ 534/10.2.2021), άρθρο 3 της Δ1α/Γ.Π.οικ.16320/2021 (Β' 996/13.03.2021), άρθρο 3 της Κ.Υ.Α. Δ1α/Γ.Π.οικ.27683/2021 (Β΄ 1814/29.04.2021), άρθρο μόνο της Υ.Α. 3813/102 (Β΄ 289/27.1.2021), άρθρο μόνο της Υ.Α. οικ.13779 (Β΄ 1255/31.3.2021), άρθρο μόνο της Υ.Α. οικ.34972 (Β΄ 2361/3.6.2021)]. Οι ως άνω έκτακτες συνθήκες, οι οποίες λαμβάνονται αυτεπαγγέλτως υπόψη από το Δικαστήριο, ως πασίδηλο γεγονός [πρβλ. ΣτΕ Ολομ.3219/2010 σκ. 12, ΣτΕ 7μ.103/2018 σκ. 24 (εξ αντιδιαστολής), ΣτΕ 2627/2016 σκ. 27, 1820/2012 σκ. 6, 4053/1983 (εξ αντιδιαστολής), ΑΠ116/2012], σύμφωνα με το άρθρο 336 παρ. 1 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας (π.δ.503/1985, Α΄ 182), το οποίο εφαρμόζεται αναλόγως, δυνάμει του άρθρου 40 του π.δ. 18/1989, [στην εφαρμογή του οποίου παραπέμπουν τα άρθρα 15 του Ν.3068/2002 (Α΄ 274) και 4 παρ. 1 του Ν.702/1977 (Α΄ 268)], συνέτρεχαν και εν προκειμένω, τόσο ατομικώς για την αιτούσα, κωλύοντας την πρόσβασή της στην αγορά εργασίας, όσο και για την ίδια την Υπηρεσία, καθιστώντας σχεδόν αδύνατη την ορθή εξυπηρέτηση των αιτούντων (βλ. τις παρατιθέμενες στην 6η σκέψη της παρούσας Υπουργικές αποφάσεις περί αναστολής λειτουργίας ή ελλιπούς λειτουργίας των υπηρεσιών της υποδοχής του κοινού των υπηρεσιών μετανάστευσης και ασύλου των Αποκεντρωμένων Διοικήσεων της Χώρας). Ενόψει των ανωτέρω, το Δικαστήριο κρίνει ότι η Διοίκηση, εκτιμώντας ότι η αιτούσα όφειλε να πληροί τους όρους της αιτούμενης άδειας διαμονής, κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 41 του Ν.4251/2014, και μάλιστα αναδρομικώς, από το χρόνο λήξης των προγενέστερων αδειών που αυτή είχε ήδη λάβει, σύμφωνα με το άρθρο 33 του ιδίου νόμου, και η ισχύς των οποίων είχε παραταθεί διαδοχικά λόγω της πανδημίας και της συνεπαγόμενης μη ομαλής λειτουργίας της Υπηρεσίας, με μη νόμιμη αιτιολογία απέρριψε την ένδικη αίτηση. Επιπροσθέτως, η μη προσκόμιση αντιγράφου του μεταπτυχιακού διπλώματος από την αιτούσα εντός της προβλεπόμενης από την εφαρμοσθείσα διάταξη προθεσμίας των δύο (2) μηνών από την υποβολή της αίτησής της για χορήγηση της εν λόγω άδειας διαμονής οφείλεται σε λόγο ανωτέρας βίας, τον οποίο βασίμως αυτή επικαλείται (ΣτΕ 2188/2002, 1982/2000, 151/1997, 167/1992, πρβλ., επίσης, ΣτΕ 2334-5/2014, 2452/2006, 725/2004), και, ειδικότερα, στην αδυναμία τέλεσης ορκωμοσίας από το Πανεπιστήμιο Μακεδονίας, λόγω των, κατά τα προεκτεθέντα, πασίδηλων περιοριστικών μέτρων που ελήφθησαν για την αντιμετώπιση της πανδημίας. Σε κάθε περίπτωση, μη νομίμως, κατά τα βασίμως προβαλλόμενα, η Διοίκηση δεν εκτίμησε το συνυποβληθέν με την απορριφθείσα αίτηση, με αριθμό […], πιστοποιητικό της προϊσταμένης της Γραμματείας του Τμήματος όπου φοιτούσε η αιτούσα, από το οποίο προκύπτει ότι στις 2.11.2021 είχε ολοκληρώσει επιτυχώς τις μεταπτυχιακές σπουδές της και, μάλιστα, αναγράφεται και ο βαθμός του πτυχίου της, καθώς και ότι εκκρεμούσε η ορκωμοσία της, ως αποδεικτικό στοιχείο της απόκτησης μεταπτυχιακού διπλώματος, κατά την έννοια της εφαρμοσθείσας διάταξης, χωρίς, πάντως, να θεσπίζεται σε αυτήν υποχρέωση της Διοίκησης να καλέσει την αιτούσα να υποβάλλει το αντίγραφο αυτού εντός (2) μηνών, ώστε να της παρασχεθεί το δικαίωμα προηγούμενης ακρόασης, όπως αβασίμως ισχυρίζεται. Τέλος, ο ως άνω λογαριασμός ασφάλισης της αιτούσας, τον οποίο συνυπέβαλλε με την απορριφθείσα αίτησή της και αφορά την εργασιακή της απασχόληση κατά το διάστημα που κατείχε άδεια διαμονής ως σπουδάστρια, σύμφωνα με το άρθρο 33 του Ν.4251/2014, η οποία της παρείχε τη δυνατότητα πρόσβασης σε μερική απασχόληση και ιατροφαρμακευτική κάλυψη, μη νομίμως συνεκτιμήθηκε από τη Διοίκηση ως δικαιολογητικό προς απόδειξη της πιθανότητας πρόσληψής της σε θέση εργασίας, όπου απαιτείται ως ελάχιστη προϋπόθεση η κατοχή πτυχίου τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, όπως βασίμως προβάλλεται με την κρινόμενη αίτηση ακύρωσης. Αντιθέτως, η Διοίκηση, μολονότι όφειλε, εντούτοις δεν εξέφερε κρίση για το εάν από τα αναφερθέντα στα υπό στοιχεία β΄, γ΄ και δ΄ της 7ης σκέψης της παρούσας έγγραφα (ηλεκτρονική αλληλογραφία, συνεντεύξεις), τα οποία η αιτούσα αλλοδαπή συνυπέβαλε με την ένδικη αίτησή της, μολονότι δεν υπείχε, κατά τον χρόνο εκείνο, σύμφωνα με όσα αναλυτικά αναφέρθηκαν στην 5η σκέψη, σχετική υποχρέωση, διαπιστώνεται ή όχι πραγματική πιθανότητα πρόσληψής της, αλλά αρκέστηκε στο γεγονός ότι οι συνεντεύξεις δεν κατέληξαν σε πρόσληψη, κατ’ εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή της κρίσιμης διάταξης. Επομένως, η Διοίκηση όφειλε να εξετάσει την πιθανότητα πρόσληψης της αιτούσας σε αναλογούσα θέση εργασίας και όχι καθεαυτό το γεγονός της πρόσληψης, όπως προκύπτει και από την γραμματική ερμηνεία της ως άνω διάταξης και όπως βασίμως ισχυρίζεται η αιτούσα.

10. Επειδή, ενόψει του ότι η προσβαλλόμενη απόφαση εκδόθηκε κατ’ εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή του άρθρου 41 του Ν.4251/2014 και παρίσταται στο σύνολό της πλημμελώς αιτιολογημένη, ο σχετικός λόγος ακύρωσης, με τον οποίο λυσιτελώς πλήττονται και τα τρία επάλληλα αιτιολογικά ερείσματα της προσβαλλόμενης, πρέπει να γίνει δεκτός. Η δε ακύρωση της προσβαλλόμενης, ως προς το κεφάλαιο της απόρριψης του αιτήματος χορήγησης άδειας για παραμονή στην Ελλάδα σπουδαστών με σκοπό την αναζήτηση εργασίας ή την επιχειρηματικότητα, στερεί το επιβληθέν σε βάρος της αιτούσας μέτρο της επιστροφής από το νόμιμο έρεισμά του και, συνεπώς, η προσβαλλόμενη απόφαση πρέπει να ακυρωθεί στο σύνολό της. Κατόπιν τούτων, παρέλκει ως αλυσιτελής η εξέταση του λόγου ακύρωσης, περί παραβίασης της αρχής της αναλογικότητας.

11. Επειδή, κατ’ ακολουθία των ανωτέρω, η κρινόμενη αίτηση πρέπει να γίνει δεκτή, ν’ ακυρωθεί η προσβαλλόμενη απόφαση και ν’ αναπεμφθεί η υπόθεση στη Διοίκηση, για νέα νομίμως αιτιολογημένη κρίση, κατά το σκεπτικό της παρούσας. Οίκοθεν δε νοείται ότι επιλαμβανόμενη εκ νέου η αρμόδια αρχή οφείλει να εξετάσει το αίτημα της ήδη αιτούσας περί χορήγησης της άδειας του άρθρου 41 παρ. 3 του Ν.4251/2014, υπό το πρίσμα όσων αναφέρθηκαν στην 5η σκέψη της παρούσας, ήτοι να εξετάσει την, κατά το χρόνο υποβολής της αιτήσεως, συνδρομή των προϋποθέσεων που ορίζονται στις περιπτώσεις α, γ και ε της παραγράφου 2 του άρθρου 32 και στην περίπτωση β της παραγράφου 1 του άρθρου 33 του ίδιου νόμου, συνεκτιμώντας το υποβληθέν, με αριθμό […] πιστοποιητικό της προϊσταμένης της Γραμματείας του Τμήματος όπου φοιτούσε η αιτούσα, από το οποίο προκύπτει ότι στις 2.11.2021 είχε ολοκληρώσει επιτυχώς τις μεταπτυχιακές σπουδές της και, μάλιστα, αναγράφεται και ο βαθμός του πτυχίου της, καθώς και ότι εκκρεμούσε η ορκωμοσία της. Περαιτέρω, το καταβληθέν παράβολο πρέπει να αποδοθεί στην αιτούσα (άρθρο 36 παρ. 4 εδ. α΄ του π.δ. 18/1989), ενώ, πρέπει να καταδικασθεί ο καθ’ ου στα δικαστικά της έξοδα, τα οποία ανέρχονται στο ποσό των τριακοσίων είκοσι (320,00) ευρώ [άρθρο 15 παρ. 5 του Ν.3068/2002 (Α΄ 274), σε συνδυασμό με το άρθρο 4 παρ. 1 περ. στ΄ του Ν.702/1977 και το άρθρο 275 παρ. 1 του Κ.Δ.Δ., καθώς και με το άρθρο 58 παρ. 4 και το Παράρτημα Ι του Ν.4194/2013 – Κώδικας Δικηγόρων (Α΄ 208), και τα γραμμάτια προείσπραξης του Δικηγορικού Συλλόγου Πειραιώς Νο:[…] και […])].

ΔΙΑ ΤΑΥΤΑ

Δέχεται την αίτηση.

Ακυρώνει την με αρ. πρωτ. […] απόφαση του Συντονιστή της Αποκεντρωμένης Διοίκησης Αττικής.

Αναπέμπει την υπόθεση στη Διοίκηση για νέα, νομίμως αιτιολογημένη κρίση, κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στο σκεπτικό της παρούσας απόφασης.

Διατάσσει την απόδοση του καταβληθέντος παραβόλου στην αιτούσα.

Καταδικάζει τον καθ’ ου στα δικαστικά έξοδα της αιτούσας, ποσού τριακοσίων είκοσι (320,00) ευρώ.

0
Feed